издревле - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

издревле - translation to ρωσικά


издревле      
книжн.
depuis des temps immémoriaux
здесь издревле пролегала дорога - la route passait ici (par là) depuis des temps immémoriaux
de toute antiquité      
издревле, испокон веков, с давних времен
antiquité         
{f}
1) античный мир
2) античность, (классическая) древность
Antiquité égyptienne — Древний Египет
de toute antiquité — искони, издревле
3) {pl} древности
magasin d'antiquités — антикварный магазин

Ορισμός

ИЗДРЕВЛЕ
с древних времен, издавна.
И. укоренившиеся обряды.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για издревле
1. Меценатство и благотворительность издревле почитаются на Руси.
2. Издревле в Америке работал принцип плавильного тигля.
3. Оттуда издревле вывозят благовония - ладан и мирру.
4. В России же издревле пользовался популярностью квас.
5. Издревле фамилия рода считалась сильным оберегом.